- τεσσαρακοστόγδοος
- τεσσᾰρᾰκοστ-όγδοος, η, ον,A forty-eighth, Tz.H.7.183.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τεσσαρακοστόγδοος — η, ον, Μ ο τεσσαρακοστός όγδοος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τεσσαρακοστός + ὄγδοος] … Dictionary of Greek